ετυμολογία της λέξης βλάχος
επικρατέστερη εκδοχή
Γερμανικό walha -ξένος,όρος που χρησιμοποιούσαν οι γερμανικές φυλές για τους Ρωμαίους και εκλατισμένους Κέλτες γείτονές τους.
Γερ. walha>ουγγ. olah>βυζαντινό βλάχος.
Επίσης,οι Ούγγροι αποκαλούν τους Ιταλούς olasz.
άλλες εκδοχές
Από το αρχαίο ελληνικό βληχή,βλαχά στα δωρικά ,βέλασμα.
Από το αρχαίο αιγυπτιακό φελάχ-βοσκός.
Από αλβανικό vëlla. Βλάχος=Vlla<vllai<vëlla=αδερφός.
Επιπλέον υπάρχουν διάφορες άλλες.
Σου άρεσε η ανάρτηση;Στήριξε την προσπάθειά μας με ένα like!