ΤΟ ΦΕΤΙΝΟ ΕΤΟΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΕΣ ΓΛΩΣΣΕΣ ΕΧΕΙ ΩΣ ΣΤΟΧΟ ΝΑ ΑΦΥΠΝΙΣΕΙ ΤΗ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΙΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΚΙΛΟΜΟΡΦΙΑ ΤΩΝ ΓΛΩΣΣΩΝ ΣΤΗ «ΓΗΡΑΙΑ ΗΠΕΙΡΟ»
του Γ.Α.Γεωργίου, Μετρόραμα, Τρίτη 25 Απριλίου 2001
Το Σύμβολο της Ευρώπης, σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Ένωση, έχει ανακηρύξει τη φετινή χρονιά «Έτος για τις ευρωπαϊκές γλώσσες», γεγονός που γιορτάζεται με πολλές εκδηλώσεις καθ’ όλη τη διάρκεια του 2001, σε όλη τη «Γηραιά ήπειρο».
Μια μεγάλη πρώτη συνάντηση έγινε πρόσφατα στο Ρόβινγ της Κροατίας, με αντιπροσώπους από όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, που κατέληξαν στο συμπέρασμα, όπως λέει η σχετική ανακοίνωση, πως: «Πρέπει να υπάρξει κοινή δράση όλων των χωρών για την προστασία, τη διατήρηση και τη διάδοση της πλούσιας κληρονομιάς γλωσσικής ποικιλομορφίας που υπάρχει στην Ευρώπη».
Παράλληλα, τονίστηκε ότι πρέπει να καταβληθούν προσπάθειες ώστε να αφυπνίσει η συνείδηση του πολίτη για την ποικιλομορφία των ευρωπαϊκών γλωσσών, εφ’ όσον ο Ευρωπαίος σήμερα, ούτως ή άλλως, ζει μέσα σε ένα πολύγλωσσο περιβάλλον.
Στη καθημερινή του ζωή ο πολίτης έρχεται σε άμεση επαφή με πολλές διαφορετικές γλώσσες: έξω στο δρόμο, στο λεωφορείο, στο τρένο, μέσω των προϊόντων στο σούπερ μάρκετ ή μέσα από την τηλεόραση και τα άλλα ΜΜΕ.
Στη συνάντηση της Κροατίας υπογραμμίστηκε επίσης ο ρόλος που μπορεί να παίξουν τα σύγχρονα μέσα επικοινωνίας, ιδίως το Διαδίκτυο, εξυπηρετώντας αυτούς τους σκοπούς και δίνοντας στις γλώσσες καινούργιες δυνατότητες να αναπτυχθούν, να διαδοθούν και να αναζωογονηθούν.
Οι εκδηλώσεις για το «Ευρωπαϊκό έτος των γλωσσών 2001» θα κορυφωθούν στις 26 Σεπτεμβρίου 2001, ημέρα αφιερωμένη στην ποικιλομορφία των ευρωπαϊκών γλωσσών.
Στην Ελλάδα, στα πλαίσια αυτών των εορτασμών, το Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας του υπουργείου Παιδείας εξέδωσε πρόσφατα βιβλίο με τίτλο: «Γλώσσα: Γλώσσες στην Ευρώπη».
Επίσης, έχει ήδη προγραμματιστεί πληθώρα σχετικών εκδηλώσεων, σειρές ομιλιών, σεμιναρίων κ.ά., που οργανώνονται από κρατικούς και μη κρατικούς φορείς με επίσημη έναρξη την εβδομάδα 5-11 Μαΐου 2001, η οποία έχει ανακηρυχθεί «Εβδομάδα εκμάθησης ξένων γλωσσών», σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.
ΖΩΝΤΑΝΕΣ ΓΛΩΣΣΕΣ. Όπως είναι γνωστό, οι επίσημες γλώσσες της Ευρωπαϊκής Ένωσης ανέρχονται σε έντεκα: αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, γερμανικά, ιταλικά, ελληνικά, δανικά, σουηδικά, ολλανδικά, φιλανδικά και πορτογαλικά. Υπολογίζεται, όμως ότι υπάρχουν περίπου 225 ζωντανές γλώσσες στην Ευρώπη αυτή τη στιγμή και ότι είναι πολύ μεγάλο ποσοστό του συνολικού πληθυσμού είναι δίγλωσσο. Η πολυγλωσσία θεωρείται μάλιστα ότι είναι ένα φαινόμενο πολύ πιο συνηθισμένο από τη μονογλωσσία, όχι μόνο στην Ευρώπη, αλλά σε ολόκληρο τον πλανήτη.
Είναι κοινώς αποδεκτό ότι κάθε γλώσσα είναι προϊόν της ιδιαίτερης ιστορίας της, ότι η καθεμιά έχει τη δική της ομορφιά και το δικό της ξεχωριστό τρόπο να αντιλαμβάνεται τον κόσμο.
Σύμφωνα με τα τελευταία συμπεράσματα της γλωσσολογίας, όλες οι γλώσσες, ως μέσα έκφρασης για εκείνους που τις μιλούν, θεωρούνται ότι είναι ίσης αξίας και ότι δεν παρουσιάζουν διαφορές ως προς τον βαθμό «δυσκολίας εκμάθησης», πράγμα που έχει επιβεβαιωθεί από μακροχρόνιες έρευνες και παρατηρήσεις, π.χ. σε παιδιά που μεγαλώνουν με διαφορετικές μητρικές γλώσσες.
Κάθε γλώσσα είναι μια πολύπλοκη ενότητα από ήχους και σύμβολα, που, σε συνδυασμό με γραμματικούς και συντακτικούς κανόνες, συνθέτουν ένα εργαλείο κατάλληλο να εκφράσει προφορικά και γραπτά τις ανάγκες κάθε ομάδας ή κοινωνίας που το χρησιμοποιεί.
Οι σύγχρονες ευρωπαϊκές γλώσσες χρησιμοποιούν σήμερα πολλούς τεχνικούς και επιστημονικούς όρους, με αποτέλεσμα τα λεξιλόγιά τους να περιλαμβάνουν εκατοντάδες χιλιάδες λέξεις και φράσεις.
ΣΤΗΝ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ μας ομιλία, όμως χρησιμοποιούμε μόνο ένα ελάχιστο ποσοστό του τεράστιου αυτού αποθέματος, κάνουμε δηλαδή χρήση λίγων λέξεων, αλλά με μεγάλη συχνότητα.
Υπολογίζεται ότι το ενεργό μέρος της γλώσσας ενός μορφωμένου σύγχρονου ανθρώπου περιλαμβάνει περίπου 50 εκατομμύρια. Η σύγχρονη γλωσσολογία δίνει μεγάλη έμφαση στην καταπληκτική ζωντάνια που παρουσιάζουν οι γλώσσες και στις συνεχείς αλλαγές που αυτές υφίστανται, καθώς οι άνθρωποι επηρεάζουν ο ένας τον άλλον όταν μιλούν και γράφουν.
Είναι επίσης γνωστό ότι οι γλώσσες δανείζονται λέξεις η μία από την άλλη. Κατά την πάροδο των τελευταίων αιώνων, για παράδειγμα, η αγγλική γλώσσα υπολογίζεται ότι έχει δανειστεί λέξεις από περίπου 350 άλλες γλώσσες, ενώ σήμερα παρατηρείται το αντίστροφο φαινόμενο: πολλές γλώσσες δανείζονται λέξεις από την αγγλική.
Τις πρώτες μας λέξεις, στη μητρική μας γλώσσα, τις σχηματίζουμε στην ηλικία του ενός περίπου έτους. Όταν φτάνουμε τους 18 μήνες, το ενεργό μας λεξιλόγιο περιλαμβάνει γύρω στις 50 λέξεις, ενώ στην ηλικία των πέντε χρόνων ο αριθμός αυτός έχει αυξηθεί, ώστε να φτάνει τις αρκετές χιλιάδες.
Η μητρική γλώσσα ονομάζεται και «πρωτεύουσα» γλώσσα ενός ανθρώπου. Είναι η γλώσσα την οποία χρησιμοποιούμε περισσότερο και με την οποία ταυτιζόμαστε.
Υπάρχουν όμως πολλοί άνθρωποι που από μικρή ηλικία έχουν ισότιμη πρόσβαση σε δύο γλώσσες, οπότε γι’ αυτούς δεν έχουν νόημα οι όροι «πρωτεύουσα» και «δευτερεύουσα» γλώσσα.
Όλες οι σχετικές έρευνες έχουν δείξει ότι η διγλωσσία προσφέρει αμέτρητα πλεονεκτήματα έναντι της μονογλωσσίας. Τα δίγλωσσα άτομα φαίνεται να αναπτύσσουν πιο νωρίς σε ηλικία ορισμένες νοηματικές ικανότητες, δείχνουν, σε γενικές γραμμές, να μαθαίνουν πιο γρήγορα και έχουν μεγαλύτερο εύρος στην αντίληψή τους για τον κόσμο.
Ένα δίγλωσσο άτομο μπορεί να έχει ταυτόχρονη σχέση με δύο διαφορετικούς πολιτισμούς, μπορεί να κατανοεί καλύτερα τις διαφορές τους και μπορεί να συμβάλλει θετικά στη γεφύρωση του χάσματος μεταξύ των πολιτισμών.
Οι περισσότεροι από εμάς, πάντως, μαθαίνουμε μια δεύτερη γλώσσα σε αργότερα στάδια της ηλικίας μας.
ΙΝΔΟΕΥΡΩΠΑΪΚΕΣ ΓΛΩΣΣΕΣ. Στην Ευρώπη, οι περισσότερες γλώσσες ανήκουν στην ίδια οικογένεια. Είναι διαφορετικοί κλάδοι της αρχέγονης «πρωτο-ινδο-ευρωπαϊκής» γλώσσας, που ήταν σε χρήση πριν από 5.000 χρόνια. Εξαίρεση αποτελούν τα ουγγρικά, τα εσθονικά και τα φινλανδικά, που ανήκουν στην λεγόμενη «οικογένεια των Ουράλιων γλωσσών», καθώς και η γλώσσα των Βάσκων, η καταγωγή της οποίας ακόμη παραμένει άγνωστη.
Η περσική γλώσσα ανήκει και αυτή στην ινδοευρωπαϊκή ομάδα.
Τα ελληνικά, μαζί με τις γλώσσες της Βαλτικής, πάντα σύμφωνα με τους επιστήμονες, έχουν δεχθεί λιγότερες επιρροές κατά το πέρασμα των αιώνων από ό,τι οι υπόλοιπες ινδο-ευρωπαϊκές γλώσσες.
Στην Ευρώπη, εκτός από τις επίσημες «κρατικές» γλώσσες, υπάρχει και πλήθος άλλων γλωσσών, που αποκαλούνται «παραδοσιακές» ή «περιφερειακές» γλώσσες.
Μόνο στη Ρωσία ο αριθμός των περιφερειακών γλωσσών υπερβαίνει τις 120, ενώ στην Ευρωπαϊκή Ένωση παραδείγματα τέτοιων γλωσσών είναι τα ουαλικά, τα καταλανικά, τα φλαμανδικά, τα κέλτικα, καθώς και οι γλώσσες των Λαπώνων ( Sami) της Σκανδιναβίας.
Επίσης, στις ευρωπαϊκές μητροπόλεις σήμερα, λόγω μεγάλης συρροής μεταναστών και προσφύγων, εκατοντάδες γλώσσες ομιλούνται ως μητρικές, ακόμη και από παιδιά σχολικής ηλικίας, παράλληλα με τη βασική «κρατική» γλώσσα του σχολείου.
Στο Λονδίνο υπολογίζεται ότι περίπου 300 γλώσσες ομιλούνται ως μητρικές.
Όλες αυτές οι γλώσσες, όμως, αντιμετωπίζουν ήδη των κίνδυνο της εξαφάνισης.
Οι ειδικοί εκτιμούν ότι πριν από το τέλος του αιώνα μας τουλάχιστον οι μισές από τις υπάρχουσες γλώσσες του πλανήτη θα έχουν εξαφανιστεί.
Μια γλώσσα κινδυνεύει να εξαφανιστεί μέσα σε δύο μόνο γενιές, αν δεν υπάρχει συνεχής γλωσσική επαφή μεταξύ γονέων και παιδιών ή όταν τα παιδιά σταματούν να μεγαλώνουν σε αυτήν ως μητρική τους γλώσσα.
Δικαίωμα στη γλωσσική ιδιαιτερότητα για όλους
Το Συμβούλιο της Ευρώπης έχει τελευταία προχωρήσει στην ίδρυση ειδικών σωμάτων, που ασχολούνται με την προστασία των μικρών γλωσσών.
Έχει συντάξει τη Συνθήκη για την Προστασία Εθνικών Μειονοτήτων, που ήδη ισχύει σε πάνω από 30 ευρωπαϊκές χώρες.
Η Συνθήκη είναι βασισμένη στην παλαιότερη Παγκόσμια Διακήρυξη για τα γλωσσικά Δικαιώματα του Ανθρώπου, του Ο.Η.Ε.
Στην Διακήρυξη αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι: «Κάθε άνθρωπος έχει το δικαίωμα να θεωρείται μέλος μιας γλωσσικής κοινότητας και να χρησιμοποιεί τη γλώσσα του, τόσο στην ιδιωτική όσο και στη δημόσια ζωή. Κάθε άνθρωπος έχει το δικαίωμα να συναναστρέφεται και να επικοινωνεί με άλλα μέλη της γλωσσικής του κοινότητας, διατηρώντας και εξελίσσοντας τον πολιτισμό του».
Όσον αφορά τους μετανάστες και τους πρόσφυγες, η Διακήρυξη υπογραμμίζει ότι αυτοί πρέπει να προσαρμόζονται, αλλά όχι υποχρεωτικά να αφομοιώνονται από τους πολιτισμούς των χωρών που τους φιλοξενούν.
Επίσης, στη Διακήρυξη γίνεται λόγος για τη διατήρηση της γλωσσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς του κάθε λαού: «Όλες οι γλωσσικές κοινότητες έχουν το δικαίωμα να διατηρούν την υλική πλευρά της πολιτιστικής τους κληρονομιάς, όπως αυτή εκφράζεται μέσα από συλλογές εγγράφων, μέσα από έργα Τέχνης και αρχιτεκτονικής ή ιστορικά μνημεία και επιγραφές που ακόμη σώζονται στη γλώσσα τους».
Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχουν προκύψει από σχετικές έρευνες του Συμβουλίου της Ευρώπης, ο μισός περίπου πληθυσμός της ηπείρου σήμερα είναι ετερόγλωσσος, μιλάει δηλαδή μια δεύτερη γλώσσα αρκετά καλά ώστε να μπορεί να κάνει μια καθημερινή συζήτηση σε αυτήν.
Ιδιαίτερα μεγάλα ποσοστά ετερογλωσσίας εμφανίζουν οι κάτοικοι στις Κάτω Χώρες και στις χώρες της Σκανδιναβίας, ενώ τις τελευταίες θέσεις καταλαμβάνουν η Μεγάλη Βρετανία και η Πορτογαλία. Συνολικά, το 90% των ετερόγλωσσων ατόμων έχει την αγγλική ως δεύτερη γλώσσα.
Οι γλώσσες στην Ελλάδα
Όσον αφορά την Ελλάδα, οι στατιστικές έρευνες δείχνουν ότι το ποσοστό αναλφαβητισμού ανέρχεται στο 5% του συνολικού πληθυσμού, ενώ, εκτός των νεοελληνικών, πολλές γλώσσες ομιλούνται ως μητρικές από τις διάφορες μειονότητες, π.χ. αραβικά ή αρμένικα.
Το ποσοστό του πληθυσμού που μιλάει την αγγλική ως δεύτερη γλώσσα έχει αυξηθεί κατά 15%, από το 1990 έως σήμερα.
Επίσης, η Ελλάδα φαίνεται να είναι μία από τις χώρες της Ε.Ε. όπου η εκμάθηση μιας δεύτερης γλώσσας στα σχολεία έχει αυξηθεί και έχει βελτιωθεί σημαντικά την τελευταία δεκαετία.
Στην εκμάθηση μιας τρίτης γλώσσας όμως, όπως π.χ. τα γαλλικά ή τα γερμανικά, η χώρα μας, πάντα σύμφωνα με τις έρευνες του Συμβουλίου της Ευρώπης, καταλαμβάνει μία από τις τελευταίες θέσεις στο σχετικό κατάλογο.
Στα ελληνικά σχολεία ως Τρίτη γλώσσα διδάσκονται τα αρχαία ελληνικά, που θεωρούνται μία από τις «παραδοσιακές», αλλά όχι ζωντανές γλώσσες της Ευρώπης. Αντίθετα, η καθαρεύουσα καταλογίζεται ως ζωντανή γλώσσα, με την ιδιότητα της επίσημης γλώσσας της Ορθόδοξης Χριστιανικής Εκκλησίας.
Στη χώρα μας, εκτός από την επίσημη γλώσσα των νεοελληνικών, χρησιμοποιούνται και 12 «περιφερειακές γλώσσες», όπως π.χ. τα αραβικά ή τα βλάχικα.
Η μεγαλύτερη όμως από τις περιφερειακές γλώσσες φαίνεται να είναι τα ποντιακά, που, σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία, ομιλούνται από περίπου 300.000 άτομα εγκατεστημένα στην Ελλάδα και από 150.000 ομογενείς στο εξωτερικό, κυρίως στη Δυτική Γεωργία. Αξίζει να σημειωθεί ότι ως περιφερειακή γλώσσα θεωρείται και η «ελληνική γλώσσα νοημάτων» (GSS), που χρησιμοποιείται από περίπου 50.000 κωφάλαλους στη χώρα μας, μεταξύ των οποίων οι 15.000 είναι παιδιά.
Τέλος, εκτός Ελλάδος και Κύπρου, τα νεοελληνικά ομιλούνται από εκατομμύρια ομογενείς, ως μητρική γλώσσα, σε περίπου τριάντα άλλες χώρες.
ΜΕΤΡΟΡΑΜΑ – ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΙ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ |
Οι αναλφάβητοι ανέρχονται στο 5% του πληθυσμού.
Αρχαίες ελληνικές διάλεκτοι: δωρική, αιολική, ιωνική και αττική |
No comments:
Post a Comment