Ακούστε το πολλές ,μα πάρα πολλές φορές
Rumpelstilzchen
ρουμπελστίλτσχεν
μέρος 1ο
aber (αλλά) er hatte (αυτός είχε) eine schöne(όμορφη) Tochter(κόρη)
ελληνικά
Μια φορά και έναν καιρό ήταν ένας μυλωνάς που ήταν φτωχός,αλλά είχε μια όμορφη κόρη.Έτυχε λοιπόν μια μέρα,να ρθει ο βασιλιάς να του μιλήσει και για να πενευτεί (να δώσει αξία στον εαυτό του) είπε: "'Εχω μια κόρη που μπορεί να γνέσει άχυρο σε χρυσό.Ο βασιλιάς είπε στον μυλωνά,αυτή είναι μια τέχνη που με ευχαριστεί πολύ.Αφού η κόρη σου είναι τόσο ικανή όσο λες φέρτην άυριο στο κάστρο μου για να τη δοκιμάσω (να τη βάλω σε δοκιμασία).
Σου άρεσε η ανάρτηση;Στήριξε την προσπάθειά μας με ένα like!Rumpelstilzchen
ρουμπελστίλτσχεν
μέρος 1ο
Es war(ήταν) eimal (άινμαλ,μια φορά) ein Müller(ένας μυλωνάς) der(που,ο οποίος) war arm(ήταν φτωχός)
ες βαρ άνμαλ άιν μιούλεα ντέα βάα άρμ
(αυτό ήταν μια φορά ένας μυλωνάς που ήταν φτωχός)
Μια φορά και έναν καιρό ήταν ένας μυλωνάς που ήταν φτωχός
(αυτό ήταν μια φορά ένας μυλωνάς που ήταν φτωχός)
Μια φορά και έναν καιρό ήταν ένας μυλωνάς που ήταν φτωχός
aber (αλλά) er hatte (αυτός είχε) eine schöne(όμορφη) Tochter(κόρη)
άμπεαα έα χάτε ζάινε σόνε τόχτεα
αλλά είχε μια όμορφη κόρη.
νουν τραφ ες ζιχ ντας μιτ ντεμ κόνιχ τσου σπρέχεν καμ
(λοιπόν έτυχε αυτό ... που με τον βασιλιά για να μιλήσει ήρθε)
Έτυχε λοιπόν μια μέρα,να ρθει ο βασιλιάς να του μιλήσει.
(λοιπόν έτυχε αυτό ... που με τον βασιλιά για να μιλήσει ήρθε)
Έτυχε λοιπόν μια μέρα,να ρθει ο βασιλιάς να του μιλήσει.
ουντ ουμ ζιχ άιν ανζέεν τσου γκέμπεν,ζάγκτε έα ζου ιμ
(και στον εαυτό του μια αξία για να δώσει,είπε αυτός προς αυτόν)
και για να πενευτεί (να δώσει αξία στον εαυτό του) είπε:
(και στον εαυτό του μια αξία για να δώσει,είπε αυτός προς αυτόν)
και για να πενευτεί (να δώσει αξία στον εαυτό του) είπε:
ιχ χάμπε άινε τόχτεα ντι καν στρό τσου γκολτ σπίνεν
(εγώ έχω μια κόρη η οποία μπορεί άχυρο σε χρυσό γνέσει)
"'Έχω μια κόρη που μπορεί να γνέσει άχυρο σε χρυσό."
(εγώ έχω μια κόρη η οποία μπορεί άχυρο σε χρυσό γνέσει)
"'Έχω μια κόρη που μπορεί να γνέσει άχυρο σε χρυσό."
ντέα κόνιχ σπραχ τσουμ μιούλεα :ντας ιστ άινε κούνστ ντι μία βόλ γκεφέλτ
Ο βασιλιάς είπε στον μυλωνά,αυτή είναι μια τέχνη που με ευχαριστεί πολύ.
Ο βασιλιάς είπε στον μυλωνά,αυτή είναι μια τέχνη που με ευχαριστεί πολύ.
wenn deine Tochter so geschickt ist wie du sagst
βεν ντάινε τόχτεα ζο γκεσίκτ ιστ βι ντου σαγκστ
Αφού η κόρη σου είναι τόσο ικανή όσο λες
βεν ντάινε τόχτεα ζο γκεσίκτ ιστ βι ντου σαγκστ
Αφού η κόρη σου είναι τόσο ικανή όσο λες
ζο μπρινγκ ζι μόαγκεν ιν μάιν σλος
φέρτην αύριο στο κάστρο μου
φέρτην αύριο στο κάστρο μου
da will ich sie auf die Probe stellen.
ντα βιλ ιχ ζι άουφ ντι πρόμπεν στέλεν
για να τη δοκιμάσω (να τη βάλω σε δοκιμασία)
για να τη δοκιμάσω (να τη βάλω σε δοκιμασία)
ελληνικά
Μια φορά και έναν καιρό ήταν ένας μυλωνάς που ήταν φτωχός,αλλά είχε μια όμορφη κόρη.Έτυχε λοιπόν μια μέρα,να ρθει ο βασιλιάς να του μιλήσει και για να πενευτεί (να δώσει αξία στον εαυτό του) είπε: "'Εχω μια κόρη που μπορεί να γνέσει άχυρο σε χρυσό.Ο βασιλιάς είπε στον μυλωνά,αυτή είναι μια τέχνη που με ευχαριστεί πολύ.Αφού η κόρη σου είναι τόσο ικανή όσο λες φέρτην άυριο στο κάστρο μου για να τη δοκιμάσω (να τη βάλω σε δοκιμασία).
γερμανικά
Es war einmal ein Müller, der war arm, aber er hatte eine schöne Tochter. Nun traf es sich, dass er mit dem König zu sprechen kam, und um sich ein Ansehen zu geben, sagte er zu ihm: "Ich habe eine Tochter, die kann Stroh zu Gold spinnen." Der König sprach zum Müller: "Das ist eine Kunst, die mir wohl gefällt, wenn deine Tochter so geschickt ist, wie du sagst, so bring sie morgen in mein Schloss, da will ich sie auf die Probe stellen."
Als nun das Mädchen zu ihm gebracht ward
Αλζ νουν ντας μέντχεν τσου ιν γκεμπράχτ βάρ
Μόλις έφεραν το κορίτσι σ' αυτόν.
(Κυριολεκτικά μόλις ήταν το κορίτσι φερμένο)
, führte er es in eine Kammer, die ganz voll Stroh lag, gab ihr Rad und Haspel und sprach: "Jetzt mache dich an die Arbeit, und wenn du diese Nacht durch bis morgen früh dieses Stroh nicht zu Gold versponnen hast, so mußt du sterben." Darauf schloß er die Kammer selbst zu, und sie blieb allein darin. Da saß nun die arme Müllerstochter und wußte um ihr Leben keinen Rat: sie verstand gar nichts davon, wie man Stroh zu Gold spinnen konnte, und ihre Angst ward immer größer, daß sie endlich zu weinen anfing. Da ging auf einmal die Türe auf, und trat ein kleines Männchen herein und sprach: "Guten Abend, Jungfer Müllerin, warum weint Sie so sehr?"